Η Ακτή Βουλιαγμένης ως …μαγαζί της ΕΤΑΔ

H «Ακτή Βουλιαγμένης – Λουκιανός Κηλαηδόνης» έχει μια ενδιαφέρουσα διοικητική ιδιομορφία. Αποτελεί τη μοναδική οργανωμένη λουτρική εγκατάσταση την οποία διαχειρίζεται απευθείας ως υποκατάστημά της η Εταιρεία Ακινήτων Δημοσίου (ΕΤΑΔ), η εταιρεία που κληρονόμησε από τον ΕΟΤ την κυριότητα των τουριστικών ακινήτων της χώρας. Αντίθετα, για τις υπόλοιπες οργανωμένες ακτές που βρίσκονται στο χαρτοφυλάκιό της, όπως η Α’ πλαζ Βούλας και η Βάρκιζα, έχει επιλέξει τη μίσθωσή τους σε ιδιώτες εισπράττοντας ένα αντίτιμο και παραχωρώντας τη διοίκηση.

Θα περίμενε κανείς αυτή η απόφαση για τη Βουλιαγμένη που διατήρησε τον δημόσιο χαρακτήρα του ακινήτου, να αποτυπώνεται κατά κάποιον τρόπο στην πολιτική διαχείρισης της ακτής: Στον τιμοκατάλογό της, στο περιβαλλοντικό αποτύπωμα των δραστηριοτήτων, στη λογοδοσία για τις αποφάσεις ή στην ανταπόδοση μέρους των εσόδων στην κοινωνία. Η πραγματικότητα όμως διαψεύδει αυτές τις προσδοκίες. Η διοίκηση της Ακτής εφαρμόζει ένα υβρίδιο πολιτικής: Κράτησε την κερδοσκοπία από το ιδιωτικοοικονομικό μοντέλο λειτουργίας και τον άκαμπτο γραφειοκρατικό συγκεντρωτισμό με τη χαμηλή ποιότητα υπηρεσιών από τη λειτουργία του Δημοσίου. Με αποτέλεσμα οι αρνητικές εκπλήξεις να είναι συνεχείς.

Με την τελευταία της απόφαση για το ύψος του εισιτηρίου στις 3 Ιουλίου 2020, η Ακτή Βουλιαγμένης έγινε επισήμως η ακριβότερη δημόσια πλαζ στον Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης: Η είσοδος κοστίζει 7 ευρώ όλες τις ημέρες της εβδομάδας, το μειωμένο εισιτήριο ειδικών κατηγοριών κοστίζει 4 ευρώ και οι δημότες των 3Β πληρώνουν 2 ευρώ. Αντιθέτως, η είσοδος στη Βάρκιζα (Varkiza Resort) και στην Α’ πλαζ Βούλας (Thalassea) κοστίζει 6 ευρώ τις καθημερινές, 7,2 ευρώ τα Σαββατοκύριακα, το μειωμένο εισιτήριο ανέρχεται σε 3,5 ευρώ, ενώ για τους δημότες Βάρης και Βούλας αντίστοιχα η είσοδος είναι δωρεάν.

Η διαφορά της Βουλιαγμένης είναι ότι προσφέρει χωρίς επιπλέον χρέωση τον φθαρμένο, πολυκαιρισμένο και χαμηλής ποιότητας εξοπλισμό παραλίας σε όποιον προλάβει. Για όποιον θέλει ομπρέλα που κάνει πραγματική σκιά και άνετη ξαπλώστρα, η Ακτή Βουλιαγμένης εγκαινίασε στις 12 Ιουλίου μια νέα «ζώνη κρατήσεων» με 60 καινούργια σετ εξοπλισμού, τα οποία χρεώνονται 40 ευρώ τις καθημερινές και 50 ευρώ τα Σαββατοκύριακα. Είναι η μοναδική ορατή ανανέωση εξοπλισμού που έγινε εδώ και πολλά χρόνια…

Μια άγνωστη στους περισσότερους λεπτομέρεια είναι ότι η τιμολογιακή πολιτική των τριών κλειστών ακτών του Δήμου καθορίζεται, βάσει τριών μνημονίων που είχε υπογράψει η ΕΤΑΔ με τους πρώην Δήμους Βούλας, Βάρης και Βουλιαγμένης προ εικοσαετίας σε συνεννόηση με τις δημοτικές διοικήσεις. Για το λόγο αυτό έχουν συστηθεί και λειτουργούν ως σήμερα οι Επιτροπές Ελέγχου Ακτών (ΕΠΑΛΑΚ), όργανα που λαμβάνουν αποφάσεις μόνο αν συμφωνούν τα δύο μέρη. Ειδικά για την Ακτή Βουλιαγμένης και σε αντίθεση με την πρακτική της για τη Βούλα και τη Βάρκιζα, η ΕΤΑΔ αρνείται εδώ και χρόνια να συμμετάσχει στις συνεδριάσεις της ΕΠΕΛΑΚ, ανακοινώνοντας μονομερώς –και παράτυπα– τις αποφάσεις της ως προς τον τιμοκατάλογο της εισόδου.

Μονομερώς άλλωστε και χωρίς να ρωτήσει κανέναν, η Ακτή Βουλιαγμένης είχε κανονίσει στις 3-5 Ιουλίου να διοργανώσει εντός της πλαζ ένα φεστιβάλ ηλεκτρονικής μουσικής. Για το τριήμερο που θα ξεσήκωνε τη Βουλιαγμένη από το πρωί ως το βράδυ, καθώς οι διοργανωτές του Lalibela Festival όπως ονομάστηκε είχαν προσκαλέσει 80 συγκροτήματα, η δημοτική αρχή και η τοπική κοινωνία έμαθε από το διαδίκτυο μετά την εκκίνηση προπώλησης εισιτηρίων. Οι αντιδράσεις σε πολιτικό επίπεδο του Γρηγόρη Κωνσταντέλλου ματαίωσαν τα σχέδια πριν δώσει η πανδημία και τα μέτρα κατά του κορονοϊού οριστικό τέλος στη διοργάνωση.

Η Ακτή Βουλιαγμένης είναι μια επικερδής επιχείρηση. Το 2019 μόνο είχε έσοδα 2,6 εκατ. ευρώ, αυξημένα κατά 500.000 σε σχέση με το 2018. Η κερδοφορία της μαζί με όλα τα υπό αξιοποίηση τουριστικά ακίνητα συμμετέχει στο μέρισμα που δίνει η ΕΤΑΔ στο μοναδικό της μέτοχο, την Ελληνική Εταιρεία Συμμετοχών και Περιουσίας (ΕΕΣΥΠ), κυρίως γνωστή με το όνομα «υπερταμείο». Πέρσι η ΕΤΑΔ έδωσε μέρισμα 21 εκατ. ευρώ στο υπερταμείο, ωστόσο οι επιδόσεις αυτές θεωρήθηκαν πολύ χαμηλές. Οι στόχοι άλλωστε της ΕΕΣΥΠ είναι πάντα ανοδικοί, όπως κάθε ιδιωτικής επιχείρησης: «Μεγιστοποίηση της αξίας της δημόσιας περιουσίας», «βελτίωση της αποδοτικότητας των θυγατρικών της», «ενίσχυση των εσόδων» και βέβαια «απομείωση των οικονομικών υποχρεώσεων της Ελληνικής Δημοκρατίας» είναι κάποιοι χαρακτηριστικοί από τους επισήμως διατυπωμένους σκοπούς της.

Η αναζήτηση κέρδους από τα δημόσια τουριστικά ακίνητα έχει τις ρίζες στη χούντα. Η «Κ’ Συντακτική Πράξις» που εκδόθηκε σε ΦΕΚ στις 14 Φεβρουαρίου 1968 και υπογράφεται από τους Παπαδόπουλο και Παττακό ορίζει ότι «δύνανται δι’ αποφάσεως Υπουργικού Συμβουλίου … να κηρύσσονται ως τουριστικοί χώροι προς αξιοποίησιν, ακίνητα ή τμήματα αυτών, ανήκοντα εις την κοινόχρηστον ή την ιδιωτικήν περιουσίαν του Δημοσίου». Τα ακίνητα αυτά δόθηκαν, μεταξύ των οποίων και η Ακτή Βουλιαγμένης, για 75 χρόνια στον ΕΟΤ ο οποίος «επί σκοπώ τουριστικής αξιοποιήσεως» μπορεί «να παραχωρεί εις τρίτους την εκμετάλλευσιν τούτων εν όλω ή εν μέρει».

Άλλες συντακτικές πράξεις της επταετίας καταργήθηκαν, η συγκεκριμένη ωστόσο τον Νοέμβριο του 1974 κρίθηκε από τον Άρειο Πάγο διατηρητέα σε ισχύ, κάτι που δεν αμφισβήτησε καμία κυβέρνηση της μεταπολίτευσης.