ΣτΕ: Θετική απόφαση για τη μαρίνα Βουλιαγμένης

Τη σφραγίδα του στο έργο εκσυγχρονισμού της μαρίνας Βουλιαγμένης έθεσε εκ νέου το Συμβούλιο της Επικρατείας. Αφορμή ήταν η απόφασή του στις 25 Φεβρουαρίου να απορρίψει «στο σύνολό της» την προσφυγή 6 κατοίκων της περιοχής που ζητούσαν από την Επιτροπή Αναστολών του δικαστηρίου να «παγώσουν» τα εν εξελίξει έργα, προσβάλλοντας την Κοινή Υπουργική Απόφαση με την οποία εγκρίθηκαν η χωροθέτηση της μαρίνας και οι περιβαλλοντικοί όροι του έργου αναβάθμισης και εκσυγχρονισμού των λιμενικών και χερσαίων υποδομών. Η απόφαση με αριθμό 43/2022 φανερώνει ότι το ΣτΕ μελέτησε σε βάθος την υπόθεση μπαίνοντας στην ουσία της αντιπαράθεσης, χαρακτηρίζοντας αβάσιμη την προσφυγή και υπογραμμίζοντας ότι οι καταγγελίες που προβλήθηκαν είναι «γενικόλογες αναφορές, χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση». 

Έχει ενδιαφέρον ότι η 17 σελίδων απόφαση του ΣτΕ απαντά σε κάθε σημείο της προσφυγής, αντιπαραβάλλοντας στους ισχυρισμούς των «έξι» τα συγκεκριμένα σημεία της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων του έργου που αποδεικνύουν ότι οι φόβοι και οι καταγγελίες όσων προσέφυγαν, αποτελούν στην πραγματικότητα αναμενόμενα και μελετημένα φαινόμενα των οποίων η αντιμετώπιση έχει προβλεφθεί:

«Τα προβαλλόμενα σχετικά με την πρόκληση βλάβης στο θαλάσσιο περιβάλλον που εξ ορισμού άλλωστε συναρτώνται με την εν γένει κατασκευή λιμενικών έργων έχουν ληφθεί υπ’ όψη και μελετηθεί κατά τη διαδικασία έγκρισης περιβαλλοντικών όρων (βλ. ιδίως κεφάλαια 8.5.1, 8.13.2, 9.13, 9.3, 9.5.2 της ΜΠΕ) ενώ τα σχετικά μέτρα προστασίας του θαλάσσιου οικοσυστήματος εξειδικεύονται κατά τα προεκτεθέντα στην προσβαλλόμενη Απόφαση Έγκρισης Περιβαλλοντικών Όρων (βλ. κεφ. 10.5 και 10.12 της ΜΠΕ)», αναφέρεται στην απόφαση του ΣτΕ.

Το ανώτατο δικαστήριο επισημαίνει τρία βασικά σημεία, καταρρίπτοντας την επιχειρηματολογία περί υποβάθμισης του περιβάλλοντος, επικαλούμενο μεταξύ άλλων και την Έκθεση Πεπαραγμένων του Ελληνικού Κέντρου Θαλασσίων Ερευνών, που παρουσιάστηκε και στο Δημοτικό Συμβούλιο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης στις 28 Φεβρουαρίου. Τα έργα κατά το ΣτΕ: 

«α) Δεν προκαλούν ιδιαίτερες μεταβολές στον θαλάσσιο πυθμένα, καθώς οι επεμβάσεις είναι περιορισμένες χωρικά και αφορούν κατά κύριο λόγο στο θαλάσσιο χώρο της λιμενολεκάνης που ήδη είχε διαταραχθεί στο παρελθόν. β) Δεν πρόκειται να επιφέρουν μόνιμη αλλοίωση των φυσικοχημικών παραμέτρων των υδάτων του όρμου της Βουλιαγμένης, καθώς οι αναμενόμενες και αναπόφευκτες επιπτώσεις (συγκεντρώσεις αιωρούμενων σωματιδίων, αύξηση θολερότητας) είναι τοπικά και χρονικά περιορισμένες (βλ. σχετ. και την από 14.12.2021 συνοπτική έκθεση των πεπραγμένων του ΕΛΚΕΘΕ) αλλά αναστρέψιμες καθώς με την ολοκλήρωση των κατασκευαστικών εργασιών θα αρχίσει η αποκατάσταση της ποιότητας των υδάτων αλλά και της ισορροπίας των θαλάσσιων βιοκοινωνιών και γ) Δεν εκτείνονται πάνω σε λιβάδια ποσειδωνίας (φυσικό οικότοπο προτεραιότητας με κωδικό 120), αλλά αντιθέτως η επέμβαση θα είναι ιδιαίτερα περιορισμένης κλίμακας σε μεμονωμένα άτομα και μικρές συστάδες ποσειδωνίας».

Το συμπέρασμα του δικαστηρίου για την προσφυγή είναι ότι

«οι ως άνω ισχυρισμοί με τους οποίους προβάλλονται γενικές αιτιάσεις ως προς το είδος και το μέγεθος της επαπειλούμενης από την κατασκευή του επίμαχου έργου ανεπανόρθωτης βλάβης και κυρίως γενικόλογες αναφορές, χωρίς επιστημονική τεκμηρίωση για την προβαλλόμενη υποβάθμιση της ακεραιότητας του οικοτόπου στην ευρύτερη περιοχή, παρά τις αντίθετες, με επιστημονικό υπόβαθρο, προβλέψεις και πορίσματα της ΜΠΕ, δεν δικαιολογούν κατά την κρίση της επιτροπής την αιτούμενη αναστολή». 

Κι αυτό διότι

«δεν προκύπτει ότι από την εκτέλεση της προσβαλλόμενης πράξης προκαλούνται ιδιαιτέρως δυσμενείς και ασυνήθεις μη αναστρέψιμες επιπτώσεις στο περιβάλλον, οι οποίες δεν έχουν ληφθεί υπόψη κατά το στάδιο της διαδικασίας περιβαλλοντικής αδειοδότησης του επίμαχου τουριστικού λιμένα». 

Στο αναλυτικό σκεπτικό του το ΣτΕ προσθέτει:

«Εφόσον πρόκειται για έργο αναβαθμίσεως και εκσυγχρονισμού τουριστικών λιμενικών εγκαταστάσεων, το οποίο εντάσσεται στον ισχύοντα σε πρώτο στάδιο χωροταξικό σχεδιασμό και εκτελείται εντός από μακρού καθορισμένης λιμενικής περιοχής, η Επιτροπή κρίνει ότι δεν συντρέχει λόγος δημοσίου συμφέροντος, συνιστάμενος στην προστασία του φυσικού (εν προκειμένω θαλάσσιου), οικιστικού ή πολιτιστικού περιβάλλοντος που επιβάλλει τη χορήγηση της αιτούμενης αναστολής, τα δεν περί του αντιθέτου προβαλλόμενα είναι απορριπτέα ως αβάσιμα. Και τούτο ανεξαρτήτως αν σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα στις εκθέσεις απόψεων της Διοίκησης η αποδοχή της κρινόμενης αίτησης και η εγκατάλειψη των λιμενικών έργων σε ημιτελή μορφή για παρατεταμένο χρονικό διάστημα ενέχει σοβαρούς κινδύνους για την ποιότητα του θαλάσσιου ύδατος και εν γένει για το θαλάσσιο περιβάλλον σε ολόκληρο τον όρμο Βουλιαγμένης».

Τα πρόσωπα που επένδυσαν πολιτικά στη δικαστική προσφυγή για να ανεβάσουν τις περιβαλλοντικές τους μετοχές στο δημοτικό πολιτικό «χρηματιστήριο» αποσιώπησαν από τις πληθωρικές τους παρεμβάσεις -όπως ήταν αναμενόμενο- την απόφαση του Συμβουλίου της Επικρατείας. Ακόμα χειρότερα, τοπικό έντυπο υποστήριξε σε σύντομο άρθρο του στις 9 Απριλίου ότι «η προσφυγή στο ΣτΕ για την επέκταση της μαρίνας δεν έχει εκδικαστεί ακόμη», ενώ σχόλια κάποιων από όσους προσέφυγαν σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης δείχνουν ήδη σε θεωρίες συνωμοσίας, χαρακτηρίζοντας πλέον «κατευθυνόμενη δικαιοσύνη» το ΣτΕ που μέχρι πρότινος θεωρούσαν περιβαλλοντικό ρυθμιστή.

Το τελευταίο από τη σειρά ένδικων μέσων που έχουν ασκήσει οι έξι κάτοικοι αναμένεται να δικαστεί εκ νέου από το ΣτΕ τον Μάιο.