Μια από τις πιο παραγωγικές και διακεκριμένες συγγραφείς παιδικής λογοτεχνίας, η Ιωάννα Μπαμπέτα από τη Βούλα, μιλά στον «Δημοσιογράφο» με αφορμή το πρόσφατο βιβλίο της, Φίλες χωρίς αρχή και τέλος, από τις εκδόσεις Μεταίχμιο, για το πώς επιδρά η μυθοπλασία στις ψυχές των παιδιών και των εφήβων, ποιος μπορεί να είναι ο ρόλος των γονέων στην καλλιέργεια της βιβλιοφιλίας αλλά και για την επίδραση των τεχνολογικών μέσων στην καθημερινότητα της οικογένειας.
Το τελευταίο σας βιβλίο σχολιάζει τη διαχείριση συναισθημάτων από κορίτσια που μπαίνουν στην εφηβεία. Πώς σκέφτεστε ότι μπορεί να λειτουργήσει η λογοτεχνία σε αυτή την ομολογουμένως δύσκολη περίοδο ανάπτυξης ενός παιδιού;
Τα περισσότερα βιβλία μιλούν για ένα πρόβλημα στο οποίο ο ήρωας προσπαθεί να βρει μια λύση. Έτσι και στο βιβλίο Φίλες χωρίς αρχή και τέλος, η ηρωίδα προβληματίζεται για την έννοια της φιλίας. Και η ζήλια; Είναι ένα συναίσθημα διαχειρίσιμο; Όταν βιώνεις κάτι αντίστοιχο και διαβάσεις το συγκεκριμένο βιβλίο, μπορείς να ταυτιστείς. Η ηρωίδα σε παίρνει από το χέρι και σε βάζει μέσα στις σελίδες του βιβλίου. Γίνεσαι μέρος της ζωής της. Προσπαθείς να την βοηθήσεις, προσπαθείς να λυτρωθείς μαζί της. Με αυτό τον τρόπο βρίσκεις τρόπους να λύσεις και το δικό σου πρόβλημα. Βρίσκεις τη δύναμη να το αντιμετωπίσεις. Άλλωστε δεν είσαι μόνη, υπάρχουν και άλλοι που βιώνουν το ίδιο, που σκέφτονται και αισθάνονται σαν κι εσένα. Κι αυτό είναι μεγάλη παρηγοριά. Γιατί τα βιβλία εκτός από το ταξίδι που σου προσφέρουν, σου προσφέρουν και τη φιλία τους. Και η φιλία είναι μεγάλη παρηγοριά για όλες τις ηλικίες. Πόσω μάλλον για τους εφήβους.
Το βασικότερο υλικό της λογοτεχνίας είναι οι λέξεις. Θέτετε περιορισμούς στο λεξιλόγιό σας γνωρίζοντας ότι απευθύνεστε σε αναγνώστες μικρής ηλικίας;
Οι αναγνώστες πρέπει να κατανοούν την ιστορία που διαβάζουν. Το λεξιλόγιο να ταιριάζει στην ηλικία τους και το κυριότερο, να τους εκφράζει. Αν υπάρχουν διάσπαρτα κάποιες λέξεις άγνωστες, δεν πειράζει καθόλου. Αν όμως είναι περισσότερες τότε χαλάει η ροή και χάνεται το ενδιαφέρον του ανα- γνώστη. Όταν τελειώνω μια ιστορία, ασχολούμαι στη συνέχεια με το πιο ενδιαφέρον αλλά και δύσκολο κομμάτι της δουλειάς. Παίζω με τις λέξεις. Προσπαθώ να μην επαναλαμβάνονται αλλά ταυτόχρονα να είναι εύηχες και προσιτές για τις ηλικίες στις οποίες απευθύνομαι.

Οι γονείς πιστεύετε ότι χρειάζεται να παρεμβαίνουν στην ερμηνεία ενός λογοτεχνικού βιβλίου ή πρέπει να αφήνουν την αναγνωστική εμπειρία εξ ολοκλήρου στο παιδί;
Θεωρώ πως δεν υπάρχει αυτό που λέμε ερμηνεία ενός λογοτεχνικού βιβλίου. Μια ιστορία κάνει τους αναγνώστες να σκεφτούν διαφορετικά πράγματα ανάλογα με τα βιώματά τους, την ωριμότητά τους, τη φαντασία τους. Έχει τύχει να ακούσω από αναγνώστες πράγματα που θεωρούν πως κρύβονται στα βιβλία μου, που εγώ δεν είχα στο μυαλό μου όταν έγραφα. Ερμηνείες που δεν τις είχα καν σκεφτεί. Κι αυτή είναι η μαγεία. Ένα βιβλίο αλλάζει ανάλογα με τον αναγνώστη. Το διάβασμα είναι μοναχική διαδικασία. Αν όμως θελήσουμε να το συζητήσουμε, από εμάς εξαρτάται ποιον θα διαλέξουμε για να μοιραστούμε τις σκέψεις μας. Οι γονείς σίγουρα δεν πρέπει να παρεμβαίνουν. Άλλωστε κάποια βιβλία απλά τα αισθάνεσαι, τα νιώθεις και θέλεις να τα κρατάς μέσα σου σαν ένα πολύτιμο μυστικό. Χωρίς συζητήσεις και αναλύσεις. Είναι δικά σου και μόνο.
Σε έναν κόσμο όπου η τεχνολογία δίνει τόσο πολλά και έντονα ερεθίσματα στα παιδιά, πώς θα κερδίσει το ενδιαφέρον τους ένα βιβλίο;
Όταν ήμουν παιδί ήμουν από τους λίγους που διάβαζαν. Τότε το παιχνίδι έξω, στους δρόμους και στις αυλές, μας καλούσε και το βιβλίο ήταν μόνο για λίγους. Λίγους και τυχερούς, όπως λέω εγώ. Ούτε δράσεις φιλαναγνωσίας στα σχολεία, ούτε δελεαστικά βιβλιοπωλεία, ούτε και βιβλιοθήκες. Κι όμως δημιουργήθηκαν αναγνώστες. Τη σημερινή εποχή η τεχνολογία είναι απίστευτα γοητευτική, δίνει πολλά ερεθίσματα στα παιδιά κι αυτό είναι σπουδαίο. Θεωρώ πως η τεχνολογία είναι δώρο. Αρκεί βέβαια να υπάρχει μέτρο. Αν λοιπόν, έχουμε βοηθήσει το παιδί μας από πολύ μικρό να αγαπήσει το βιβλίο… Αν έχουμε καθίσει δίπλα του στο κρεβάτι ή στον καναπέ και του έχουμε διαβάσει… Αν εμείς οι γονείς αγαπάμε το βιβλίο και το έχουμε στην καθημερινότητά μας… Τότε πιθανόν το παιδί να γίνει αναγνώστης. Σίγουρα βοηθούν οι φωτισμένοι εκπαιδευτικοί στα σχολεία, αλλά χρειάζεται και η βοήθεια των γονέων. Αν δοθεί το κατάλληλο βιβλίο σε ένα παιδί και το αγαπήσει, ίσως και να είναι μια αγάπη παντοτινή. Κι αν αυτή η αγάπη ξεθωριάσει για κάποιο διάστημα, πιστεύω πως θα αναζωπυρωθεί την κατάλληλη στιγμή. Το βιβλίο και η τεχνολογία δεν είναι μεταξύ τους εχθροί. Μπορούν να γίνουν συνοδοιπόροι του παιδιού.
