Το ανοιχτό στοίχημα της Δημοτικής Συγκοινωνίας

Υπάρχει ένα παράδοξο με τη Δημοτική Συγκοινωνία Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης.

Από το 2015 και εντονότερα από τις αρχές του 2016 (όταν ξεκίνησε το ανάλογο εγχείρημα στη Γλυφάδα) ήταν σχεδόν πάνδημο το αίτημα προς τη δημοτική αρχή να δρομολογήσει γραμμές δημοτικών λεωφορείων.

Από τον Μάιο του 2018 όμως, όταν το αίτημα έγινε πραγματικότητα, υπάρχει μια επίσης πάνδημη ειρωνεία ότι τα mini bus με το σήμα των 3Β κυκλοφορούν άδεια. Προφανώς όσοι θεωρούσαν αυτή την υπηρεσία απαραίτητη, δεν είχαν ποτέ σκοπό να την χρησιμοποιήσουν…

Το θέμα όμως είναι πολύ πιο σύνθετο.

Η ύπαρξη συγκοινωνίας σε έναν Δήμο με τα χαρακτηριστικά των 3Β είναι πρώτα από όλα μια αναγκαία για πρακτικούς λόγους υποδομή. Τα δημοτικά κτήρια και υπηρεσίες που εξυπηρετούν τους πολίτες είναι διάσπαρτα στις τρεις δημοτικές ενότητες: Το δημοτολόγιο βρίσκεται στη Βούλα, το γραφείο των παιδικών σταθμών στη Βουλιαγμένη, η πολεοδομία στη Βάρη.

Το λεωφορείο είναι δείκτης πολιτισμού και βήμα για τη βιώσιμη κινητικότητα στην πόλη

Με την επέκταση επίσης των κατοικιών στον πολεοδομικό ιστό, υπάρχουν γειτονιές που βρίσκονται αρκετά μακριά από τα διαμορφωμένα εμπορικά κέντρα. Και βέβαια, το δίκτυο των αστικών συγκοινωνιών αφήνει τεράστιες περιοχές του Δήμου ακάλυπτες, με αποτέλεσμα για πολλούς κατοίκους να απαιτείται η κατοχή ΙΧ οχήματος ώστε να προσεγγίσουν τις στάσεις των λεωφορείων του ΟΑΣΑ.

Η υπηρεσία δημόσιων συγκοινωνιών ευρύτερα είναι ένας δείκτης πολιτισμού μιας τοπικής κοινωνίας. Το δημοτικό λεωφορείο εγγυάται ότι οι φτωχοί πολίτες, οι ηλικιωμένοι και τα παιδιά δεν θα μείνουν αποκλεισμένοι στη γειτονιά τους ή εξαρτημένοι από κατόχους ιδιωτικών οχημάτων. Και το κυριότερο, η δημοτική συγκοινωνία είναι ένα σημαντικό βήμα προς τον στόχο μιας βιώσιμης κινητικότητας στις σύγχρονες πόλεις, μια οικολογική αντίληψη που θέλει να θέσει τα ΙΧ αυτοκίνητα στο περιθώριο της καθημερινότητάς μας, αντί για το επίκεντρο όπου βρίσκονται σήμερα.

Τα πράγματα βεβαίως δεν είναι τόσο απλά για όσους σχεδιάζουν τέτοια έργα. Η νομοθεσία απαγορεύει στη δημοτική συγκοινωνία να κινηθεί εκτός ορίων του Δήμου. Απαγορεύει επίσης στο δημοτικό λεωφορείο να κάνει τα ίδια δρομολόγια με το λεωφορείο του ΟΑΣΑ. Αυτόματα, μια πολύ μεγάλη κατηγορία πολιτών που θα ήθελε να πηγαίνει από το σπίτι του στο σταθμό του μετρό απογοητεύεται από την υπηρεσία.

Τα σημαντικά προβλήματα που σήμερα, κατά την πιλοτική φάση λειτουργίας της, έχει η δημοτική συγκοινωνία Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης είναι δύο: Πρώτον, η συχνότητα των δρομολογίων είναι πολύ αραιή, καθώς το λεωφορείο περνά ανά 1 ώρα και 20 λεπτά. Και δεύτερον και κυριότερο, οι επιβάτες δεν γνωρίζουν περιμένοντας στη στάση πότε θα περάσει το λεωφορείο.

Το πρόβλημα της αραιής συχνότητας δεν αναμένεται να λυθεί άμεσα. Ήδη ο Δήμος δαπανά 250.000 ευρώ το χρόνο περίπου για τα οχήματα και τους οδηγούς τους, ένα κόστος που θα αυξηθεί αναλογικά αν προσθέσει κανείς λεωφορεία και προσωπικό και κάτι τέτοιο δεν βρίσκεται στις προθέσεις της δημοτικής αρχής. Ωστόσο, πολύ σύντομα θα εγκατασταθούν ηλεκτρονικές πινακίδες σε στάσεις κλειδιά του δημοτικού δικτύου (όχι ακόμα στο σύνολο των 120 στάσεων) που θα πληροφορούν πόσο κοντά ή μακριά βρίσκεται το όχημα του Δήμου. Την ίδια πληροφόρηση θα μπορεί να λάβει κανείς και με μια εφαρμογή για έξυπνα κινητά τηλέφωνα.

Σύμφωνα με τον συγκοινωνιολόγο του Δήμου και «αρχιτέκτονα» του συγκεκριμένου έργου, Νίκο Βόσκογλου, έγιναν ήδη σημαντικές επεμβάσεις στον αρχικό σχεδιασμό, ώστε να ικανοποιηθούν αιτήματα πολιτών. Τα δημοτικά λεωφορεία περνούν πλέον από το Ασκληπιείο, έγιναν αλλαγές στο πέρασμα των οχημάτων από το Κόρμπι, ενώ άλλαξαν οι ώρες εκκίνησης των λεωφορείων από την αφετηρία, ώστε να εξυπηρετούνται καλύτερα οι μαθητές των σχολείων. Ο Νίκος Βόσκογλου μας ζητά «να μην εστιάζουμε στο πόσο γεμάτα είναι τα λεωφορεία», διαβεβαιώνοντας τους δύσπιστους ότι «σύντομα θα γεμίσουν και θα έχουμε μια ικανοποιητική κίνηση».

Ένα εύλογο ερώτημα για τη δημοτική συγκοινωνία είναι το πόσο οικολογική ή βιώσιμη αντίληψη συνιστά η επιλογή να κινούνται καθ’ όλη τη διάρκεια της ημέρας δύο μεγάλοι ντιζελοκινητήρες στις τρεις πόλεις, αφήνοντας ένα έντονο αποτύπωμα άνθρακα. Η απάντηση της δημοτικής αρχής σε αυτό το θέμα είναι ότι εφόσον η πιλοτική λειτουργία οδηγήσει σε οριστική υιοθέτηση της υπηρεσίας, τότε ο Δήμος θα αγοράσει με συγχρηματοδότηση από κοινοτικούς πόρους ηλεκτροκίνητα οχήματα, ώστε να αντικαταστήσει τα σημερινά που μισθώνει.

Η εκκίνηση της δημοτικής συγκοινωνίας γενικότερα θέτει μια πρόκληση: Προσφέρει ένα εναλλακτικό μοντέλο μετακίνησης για όσους αποδεχτούν να το υιοθετήσουν. Η επιτυχία της θα κριθεί όχι μόνο από το πόσα συγκοινωνιακά προβλήματα επιλύσει θεωρητικά, αλλά και στο πόσο θα συμβάλει στην πράξη για την αλλαγή ενός μοντέλου σκέψης για τη ζωή στην πόλη.