Ο Δημήτρης Ράπτης άφησε την τελευταία του πνοή στις 7 Μαρτίου, σε ηλικία 75 ετών. Είθισται αυτή η εισαγωγή να εμπεριέχει και έναν τίτλο για τον εκλιπόντα όπως ο επιχειρηματίας, ο πολιτικός, ο φιλόσοφος, ο οικογενειάρχης, αλλά για τον Δημήτρη Ράπτη δεν είναι δυνατό κάτι ανάλογο καθώς ήταν όλα αυτά και πολλά ακόμα. Η πληθωρική ζωή του δεν μπορεί να χωρέσει σε έναν τίτλο ούτε βέβαια σε ένα κείμενο μίας σελίδας.
Το πέρασμα του Δημήτρη Ράπτη από τα κοινά της πόλης ήταν αναμφισβήτητα θετικό και προς όφελος της πόλης. Ήταν εκλεγμένος δημοτικός σύμβουλος για τέσσερις συνολικά θητείες, διατέλεσε Πρόεδρος του Δημοτικού Συμβουλίου επί δημαρχίας του αείμνηστου Άγγελου Αποστολάτου, όπου μέσα από τον κανονισμό εθιμοτυπίας που συνέταξε και κατέθεσε στο Δημοτικό Συμβούλιο, κανονισμό που μπορούσε να συγκριθεί μόνο με αντίστοιχους χωρών του εξωτερικού, έδειξε πόσο αυξημένο αίσθημα σεβασμού προς του θεσμούς και τις διαδικασίες διέθετε. Ίσως το εντονότερο χαρακτηριστικό της πολιτικής προσωπικότητας του Δημήτρη Ράπτη ήταν το γεγονός πως πάντα έλεγε με ωμή ειλικρίνεια αυτό που πίστευε, χωρίς να κάνει εκπτώσεις στις ιδέες του, ούτε να υπολογίζει με όρους πολιτικού κόστους τα λεγόμενά του. Δεν έμπαινε σε καλούπια και ήταν ασυμβίβαστος για πολλούς, μη ελεγχόμενους για άλλους. Αυτός ήταν ίσως ο λόγος που δεν κατάφερε να πείσει τους εκλεγμένους συμβούλους της παράταξης του Δημάρχου Αποστολάτου, όταν αυτός παραιτήθηκε από το αξίωμα τον Σεπτέμβριο του 1996 για να είναι υποψήφιος βουλευτής, να τον ψηφίσουν για Δήμαρχο.
Στις δημοτικές εκλογές του 1998 ο Δημήτρης Ράπτης αποφάσισε να διεκδικήσει τη θέση του Δημάρχου Βούλας. Η πρότασή του για την πόλη ήταν πολύ πρωτοποριακή και βαθιά αυτοδιοικητική. Κατέθεσε ένα πρόγραμμα με προτάσεις τεχνικές που μπορούσαν με καινοτόμες λύσεις να αντιμετωπίσουν βασικά προβλήματα υποδομών, όπως την αντιπλημμυρική θωράκιση της πόλης με ένα σύνθετο σύστημα φραγμάτων στην πλαγιά του Υμηττού, πρότεινε διοικητική αναδιοργάνωση της πόλης με αποκέντρωση των εξουσιών ακόμα και σε επίπεδο οικοδομικού τετραγώνου και τοπικούς αντιδημάρχους, μία πρόταση που θύμιζε πολλά από τα χαρακτηριστικά του νόμου «Καλλικράτης», 12 χρόνια πριν από τη σύνταξή του, και πολλές ακόμα καινοτόμες λύσεις που αποδείχτηκε πως οι συμπολίτες του δεν ήταν ακόμα σε θέση να παρακολουθήσουν, με αποτέλεσμα το βράδυ των εκλογών να τον κατατάξουν στην τρίτη θέση πίσω από τον μετέπειτα Δήμαρχο Γιώργο Μάντεση και τον Δημήτρη Κιούκη.
Οι συνεργάτες του σε εκείνες τις εκλογές έχουν να θυμούνται και να διηγούνται πολλές ιστορίες από την προεκλογική περίοδο αλλά ίσως η κορυφαία ήταν από το βράδυ των εκλογών, περίπου στις 9, τη στιγμή που πλέον η τρίτη θέση ήταν οριστική, τη στιγμή που φάνηκε ο πραγματικός ηγέτης όταν ο Δημήτρης Ράπτης ανακοίνωσε στους συνεργάτες του πως «ήρθε η ώρα να κλείσουμε το μαγαζί και να κάνουμε ταμείο». Τότε ζήτησε από όσους ήταν εκείνη τη στιγμή εκεί να τον ακολουθήσουν, να περπατήσουν μαζί τα περίπου 200 μέτρα μέχρι το εκλογικό κέντρο του Γιώργου Μάντεση, όπου χωρίς διαπραγματεύσεις και συμφωνίες ο Δημήτρης Ράπτης ανέβηκε δίπλα του στην εξέδρα και δήλωσε την άνευ όρων στήριξή του τη δεύτερη Κυριακή.

Στενός φίλος και συνεργάτης του πρώην Πρέδρου της Δημοκρατίας Κωστή Στεφανόπουλου, ο Δημήτρης Ράπτης ήταν εκ των ιδρυτών της ΔΗΑΝΑ
Η πολιτική σταδιοδρομία του Δημήτρη Ράπτη δεν περιορίστηκε στην τοπική αυτοδιοίκηση, είχε πλούσια δράση και στην κεντρική πολιτική σκηνή από το 1961. Συμμετείχε σε επίπεδο πολιτικού σχεδιασμού στα όργανα της Νέας Δημοκρατίας όπου συνεργάστηκε με κορυφαία στελέχη, όπως τον Μιλτιάδη Έβερτ και τον Στέφανο Μάνο. Υπήρξε στενός φίλος και συνεργάτης του Κωστή Στεφανόπουλου, ιδρυτικό μέλος και Αναπληρωτής Γενικός Γραμματέας του Κόμματος ΔΗ.ΑΝΑ. με το οποίο ήταν δύο φορές υποψήφιος βουλευτής.
Ο Δημήτρης Ράπτης εκτός από πολιτικός ήταν και πετυχημένος επιχειρηματίας με δραστηριότητα στις οικοδομικές επιχειρήσεις, στην εμπορία πολυτελών αυτοκινήτων και πολλά ακόμα. Ήταν πιστός οικογενειάρχης, παντρεμένος με τη Δήμητρα Αλεξάκη με την οποία έχουν έναν γιο. Παράλληλα με την πολιτική και την επιχειρηματική του δράση, ήταν συγγραφέας και αρθρογράφος σε ημερήσιες εφημερίδες και περιοδικά, ενεργός σχολιαστής στο διαδίκτυο, πρόεδρος του Συλλόγου Επαγγελματιών Βούλας και στον ελεύθερό του χρόνο λάτρης της ιστιοπλοΐας, του σκακιού, της κλασικής μουσικής, της φωτογραφίας και της φιλοσοφίας.
Η ζωή, οι παραστάσεις και τα βιώματα του Δημήτρη Ράπτη του δημιούργησαν την ανάγκη να αφήσει πίσω του μία παρακαταθήκη, έναν απολογισμό με αποτέλεσμα το 2016 να ολοκληρώσει το συγγραφικό του έργο και να εκδώσει το βιβλίο με τίτλο «Η διαλεκτική στη γνώση και τη ζωή – Η φιλοσοφία ως επιστατούσα επιστήμη». Στον πρόλογο του βιβλίου ο ίδιος μας λέει:
«Ήρθε η ώρα να μιλήσω. Δεν είμαι συγγραφέας, ούτε δάσκαλος, και δεν είχα ποτέ τη φιλοδοξία να συγγράψω ή να διδάξω. Είμαι ερευνητής φιλόσοφος και, επί πενήντα χρόνια περίπου, αυτή είναι η κύρια ασχολία μου. Όμως η ζωή μου πλησιάζει στο τέλος της και νιώθω υποχρέωση να γράψω και ν’ αφήσω κάτι»…