Σήλια Νικολαΐδου: Από τη Βουλιαγμένη του ’50 στο Παρίσι του Μάη ’68

Έγραψε χιλιάδες σελίδες για την επιστήμη της κοινωνιολογίας πριν ξεκινήσει το δικό της ταξίδι στη λογοτεχνία. Η Σήλια Νικολαΐδου μετά από μια ακαδημαϊκή καριέρα αποφάσισε να απευθυνθεί στους νέους ανθρώπους με άλλο τόνο, περιλαμβάνοντας στο μήνυμά της μαθήματα, ιδέες και ευαισθησίες που ποτέ δεν χώρεσαν στην ύλη του εκπαιδευτικού συστήματος.

Όπως αφηγείται στον «Δημοσιογράφο», έζησε ως φοιτήτρια τον ριζοσπαστισμό των εκρηκτικών δεκαετιών ’60 και ’70 στο επίκεντρο των ευρωπαϊκών εξελίξεων, το Παρίσι από όπου απέκτησε την κριτική αμφισβήτηση στην κοινωνική της ματιά. Κι όμως, έχει επίσης ζωηρές αναμνήσεις από τη Βουλιαγμένη, εξιστορώντας στιγμιότυπα μιας μακρινής παιδικής ηλικίας σε γνώριμους τόπους. 


Ποιες είναι οι πιο γλυκιές σας αναμνήσεις από τη Βουλιαγμένη;

Ήμασταν παιδιά, περίπου 6 χρονών, τα χρόνια 1950-52 και ερχόμασταν συχνά με τους γονείς μου διότι τότε χτίζαμε το σπίτι. Μας έστελναν να πάρουμε πάγο, γιατί δεν υπήρχε ηλεκτρικό ρεύμα και έπρεπε να βάζουμε πάγο στα ψυγεία. Υπήρχε λοιπόν κοντά στην πλατεία ένα παγοπωλείο που μας έδινε τον πάγο μέσα σε κάτι λινάτσες, αλλά ήταν πολύ βαρύς ο πάγος, μας έπεφτε, τον μαζεύαμε μαζί με πούσια και χώματα. Μέχρι να φτάσουμε σπίτι, ο πάγος έφτανε μισός. Μια άλλη ανάμνηση είναι η πρώτη φορά που πήραμε μια βάρκα και πήγαμε απέναντι στον Άγιο Νικόλαο, το μικρό εκκλησάκι που είχε φτιαχτεί με τα πετραδάκια. Τότε δεν υπήρχε δρόμος και ήταν ένα αξιοθέατο της εποχής. Υπήρχαν κανονικά δρομολόγια. Θυμάμαι επίσης ότι φοβόμασταν τη Λίμνη της Βουλιαγμένης. Πιστεύαμε ότι είναι στοιχειωμένη. Τότε δεν μπορούσαμε να κάνουμε και μπάνιο, απαγορευόταν, έκαναν λουτρά σε μπανιέρες μόνο οι ηλικιωμένοι. Λέγαμε ότι ζούσαν εξωγήινοι στη Λίμνη, είχαν χαθεί και κάποιοι δύτες. Και λίγο μεγαλύτερη, στα 12 μου χρόνια, θυμάμαι ότι πήγαινα στην ταβέρνα του Λάμπρου και εκεί μπροστά έπιανε το «Κρεολή» του Νιάρχου. Δεν έχω δει πιο ωραίο σκάφος από αυτό, ήταν ένα λουλούδι της θάλασσας, ένα μαύρο τριαντάφυλλο. Το περιβάλλον της Βουλιαγμένης δεν έχει καταστραφεί από τότε, ό,τι όμορφο υπήρχε το βλέπεις και σήμερα.

Ζήσατε τον άμεσο απόηχο του Μάη του 1968 στο Παρίσι. Πώς είναι αυτή η ανάμνηση σήμερα;

Πήγα στο Παρίσι τον Σεπτέμβριο του 1969 με υποτροφία από τη γαλλική κυβέρνηση να σπουδάσω μεταπτυχιακά πολιτικές επιστήμες στη Σορβόνη. Στο Παρίσι και κυρίως στη Σορβόνη ήταν τότε ακόμα ζωντανά το μήνυμα και τα συνθήματα του Μάη, όπως το «απαγορεύεται να απαγορεύεις». Εκείνη την εποχή γίνονταν οι πρώτες διεκδικήσεις για να γίνει δημοκρατική η παιδεία με κριτική σκέψη. Στα πανεπιστήμια είχαν σταματήσει να μας υποχρεώνουν να αποστηθίζουμε κείμενα και έπρεπε να κάνουμε πολιτική κριτική ανάλυση όλων των κειμένων. Υπήρξε και η σεξουαλική επανάσταση, τότε διατυπώθηκαν αιτήματα για τη θέση της γυναίκας. Τότε βγήκε το σύνθημα «δεν είμαι του πατρός μου, δεν είμαι του αντρός μου, είμαι ο εαυτός μου», που ήρθε και εδώ. Η συνειδητοποίηση ότι πρέπει να αλλάξουν τα πράγματα ήταν πολύ έντονη το 1969, το 1970, το 1971. Και μετά επήλθε μία απώθηση όλων αυτών. Δεν ήθελαν να δώσουν άλλη ελευθερία στον κόσμο και άρχισαν να τα μαζεύουν. Από τη Γαλλία έφυγα το 1975 με το διδακτορικό μου.

Το πρώτο βιβλίο της Σήλιας Νικολαΐδου είναι ένας πρωτότυπος διδακτικός μονόλογος διαρθρωμένος σε δέκα μαθήματα για το ευ ζην χωρίς συμβιβασμούς

Από την ακαδημαϊκή σας ενασχόληση με τον κοινωνικό αποκλεισμό, μπορείτε σήμερα να διακρίνετε βήματα της κοινωνίας προς έναν περισσότερο συμπεριληπτικό κόσμο;

Μπορεί, όμως δεν ξέρω αν ξύσουμε κάτω από την επιφάνεια τι θα βρούμε αληθινά. Η έννοια του αποκλεισμού ή της συμπερίληψης είναι έννοιες που επηρεάζονται από την κοινή γνώμη. Αν βγεις με λόγο ρατσιστικό, ομοφοβικό ή εναντίον θρησκευτικών μειονοτήτων, δεν υπάρχει περίπτωση την άλλη ημέρα να μη βρεθείς απολογούμενος. Όλοι τώρα πια το έχουν αυτό υπόψη. Παπαγαλίζουν τα περί ισότητας και σεβασμού. Τα πιστεύουν όμως;

Γιατί επιλέξατε τους νέους ανθρώπους ως αναγνωστικό κοινό στόχο;

Δεν επέλεξα κοινό, επέλεξα το θέμα. Τα Μαθήματα εκτός ύλης, το πρώτο μου βιβλίο που είναι ένας θεατρικός μονόλογος, ήταν μαθήματα ζωής. Πού θα απευθύνονταν λοιπόν αυτά τα μαθήματα; Σε εκείνους που είχαν κλείσει τον κύκλο ζωής τους ή σε αυτούς που τον άρχιζαν; Σε όλη μου τη ζωή μόνο αυτό έκανα, απευθυνόμουν σε νέους ανθρώπους. 

Ως συγγραφέας σε ποιο σημείο θα λέγατε ότι πετύχατε τον στόχο σας;

Και με τα δύο μου βιβλία αισθάνομαι ότι πέτυχα τον στόχο μου. Το πρώτο με ικανοποίησε ως προς τα μαθήματα ζωής που έδωσα στα παιδιά, και το άλλο ως προς την ευαισθησία που εμπεριέχει για τον αποκλεισμό των κοριτσιών εκείνης της εποχής από τη ζωή. Είμαι πολύ ευχαριστημένη, ακόμη και αν δεν τα διαβάσει κανείς, αρκεί που βγήκαν από μέσα μου. Αρκεί που υπάρχει ως υλοποιημένη ιδέα στο σύμπαν. Η εξωτερική επιτυχία δεν επηρεάζει το μήνυμα που εμπεριέχει το ίδιο το βιβλίο. Η γνώση ξέρετε είναι ένα φυτό υπομονής. Ο πολιτισμός μας όμως είναι ένας πολιτισμός ταχύτητας. Αυτό που λέμε τώρα γίνεται πεπερασμένο. Πώς να παντρέψεις την υπομονή με την ταχύτητα;