Η Μικρά Ασία ζει στις καρδιές και στις μνήμες

Ιστορία και πολιτισμός στο φεστιβάλ του Δήμου Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης

Ο Σεπτέμβριος είναι μήνας μνήμης του μικρασιατικού ξεριζωμού και η Βούλα, ως τόπος υποδοχής προσφυγικών οικογενειών, τα τελευταία 7 χρόνια τιμά δεόντως τη μνήμη της καταστροφής και των πατρίδων που άφησαν πίσω τους κυνηγημένοι εκατομμύρια Έλληνες. Το πολιτιστικό φεστιβάλ που έγινε θεσμός με τίτλο «η Μικρασία της καρδιάς μας», όπως κάθε χρόνο από το 2015 –με εξαίρεση την περσινή χρονιά λόγω πανδημίας– παρουσίασε και φέτος σύγχρονα έργα πολιτισμού με αναφορά στη Σμύρνη, στις εμπειρίες της προσφυγιάς και στην ανάμνηση των πατρογονικών εστιών που εγκαταλείφθηκαν βίαια το 1922. Μια ποιοτική πρόταση ψυχαγωγίας με ενιαία φιλοσοφία και πολλαπλά εκφραστικά μέσα.

«Καλωσήρθατε στην προσφυγούπολη της Βούλας», ξεκίνησε χαρακτηριστικά τον χαιρετισμό του ο Δήμαρχος Γρηγόρης Κωνσταντέλλος από τη σκηνή του φεστιβάλ την Παρασκευή 17 Σεπτεμβρίου. Μοιράστηκε με το κοινό ότι είχε την τύχη να ακούσει «από ανθρώπους που βίωσαν ως παιδιά και έφηβοι τι πραγματικά συνέβη», όπως ο παππούς του, Γρηγόρης. «Έχω υποχρέωση και έχουμε υποχρέωση να μεταλαμπαδεύσουμε τη γνώση και να μη λησμονήσουμε ποτέ αυτούς που κοιμήθηκαν νοικοκυραίοι και ξύπνησαν πρόσφυγες και πένητες», τόνισε μεταξύ άλλων.

Νότες και βιώματα

Η πρώτη ημέρα του φεστιβάλ άλλωστε είχε έντονο νοσταλγικό άρωμα από τους ήχους και τις διηγήσεις του παρελθόντος. Το ντοκιμαντέρ με τίτλο «Η Σμύρνη της καρδιάς μας» σε κείμενα και επιμέλεια της Βασιλικής Λάζαρη, με συγκλονιστικές εικόνες και ιστορικά φιλμ αντλημένα από το αρχείο της ΕΡΤ εισήγαγε το κοινό στο χρονικό της Σμύρνης, του σημαντικότερου κέντρου του μικρασιατικού ελληνισμού, παρουσιάζοντας την πορεία της πόλης από τα χρόνια της αφθονίας στις μέρες του ολέθρου.

Η σκηνή ακολούθως γέμισε από νότες του παρελθόντος με την παραδοσιακή ορχήστρα «Μνήμες» να συνοδεύει με ούτι και κανονάκι δύο πολύ ταιριαστά δρώμενα. Οι ηθοποιοί Τάνια Τρύπη και Κωνσταντίνος Καζάκος ανέγνωσαν επί σκηνής ένα δραματικό χρονικό, βασισμένο σε κείμενα των Γιώργου Σεφέρη, Ηλία Βενέζη, Διδώς Σωτηρίου και Κώστα Γεωργουσόπουλου, αναβιώνοντας σκηνές, στιγμές και συναισθήματα από μια τραγική περίοδο. Οι μουσικοί της ορχήστρας Ελένη Φουρλάνου, Κωνσταντίνος Φουρλάνος, Γιάννης Φουρλάνος, Χρυσάνθη Βασιλείου και Δημοσθένης Καραχριστοδούλου παρουσίασαν παράλληλα ένα μουσικό πρόγραμμα με ήχους από τη Σμύρνη και την Καππαδοκία ως την Κωνσταντινούπολη με μεγάλη δεξιοτεχνία που άγγιξε συναισθηματικά ευαίσθητες χορδές του κοινού. Το αφιέρωμα ολοκληρώθηκε με παραδοσιακούς χορούς που εκτέλεσαν επί σκηνής οι λαογραφικοί όμιλοι του Δήμου, «Σεμέλη» και «Μαντηλάκι» και το χορευτικό τμήμα του πολιτιστικού συλλόγου γυναικών «Απολλωνία».

Με αυτά ως πρώτο μέρος, η βραδιά ολοκληρώθηκε με ένα από τα πιο συνταρακτικά πρόσφατα θεατρικά έργα σχετικά με τη μικρασιατική καταστροφή. Το έργο «Με λένε Φιλιώ Χαϊδεμένου» της Άνδρης Θεοδότου διασκευάστηκε ειδικά για το φεστιβάλ των 3Β από τον Τάσο Αλατζά που υπέγραψε τη σκηνοθεσία, τον φωτισμό και τη σκηνικά για μια καθηλωτική παράσταση στην οποία πρωταγωνίστησε η Θεοδώρα Σιάρκου, πλαισιωμένη από τους Πασχάλη Γκένιο και Κώστα Τσακίρογλου. Το έργο αναβιώνει τη φωνή μιας εμβληματικής φιγούρας του μικρασιατικού ελληνισμού, της Φιλιώς Χαϊδεμένου που χαρακτηρίστηκε ως «υπεραιωνόβιος σταυροφόρος του νόστου» και «ασίγαστη λαλιά των προσφύγων της πρώτης γενιάς». Η Φιλιώ Χαϊδεμένου γεννήθηκε στα Βουρλά της Μικράς Ασίας το 1899, έζησε την ακμή και τον ξεριζωμό, ξεκίνησε από την αρχή στη μητροπολιτική Ελλάδα και απεβίωσε σε ηλικία 108 ετών το 2007. Εκτός από τη διάσωση της οικογένειάς της ταυτίστηκε με τον αγώνα για τη διάσωση της μνήμης. Η επιμονή της να συγκεντρωθούν οικογενειακά κειμήλια από τη ζωή στη Μικρά Ασία απέδωσε καρπούς και σήμερα λειτουργεί ένα Μουσείο Μικρασιατικού Ελληνισμού που φέρει το όνομά της. Πρόκειται για ένα πρόσωπο σύμβολο αντίστασης και η παράσταση μπορεί να ενταχθεί στην άσβεστη προσπάθεια των απογόνων να διατηρηθεί στη μνήμη η ταυτότητα των Ελλήνων μικρασιατών.

Η κορύφωση του φεστιβάλ ήρθε το Σάββατο 18 Σεπτεμβρίου με τη μεγάλη συναυλία του κορυφαίου συνθέτη Γιάννη Μαρκόπουλου. Πριν παραδώσει τη σκηνή στους μουσικούς, ο Δήμαρχος Γρηγόρης Κωνσταντέλλος παρουσίασε στον χαιρετισμό του το λαμπρό παράδειγμα του Σμυρνιού Χέρμαν Σπίρερ, ενός Ελβετού εύπορου καπνεμπόρου που την ώρα της καταστροφής παραμέρισε τα πάντα για να διασώσει στις αποθήκες του τους κατατρεγμένους Έλληνες και αργότερα ναυλώνοντας καράβια για να τους μεταφέρει στην ασφάλεια. «Η ιστορία συνήθως γράφεται από τους νικητές και από τις κυρίαρχες τάξεις», είπε ο Γρηγόρης Κωνσταντέλλος συμπληρώνοντας πως «οι αλήθειες όμως βρίσκονται καλά κρυμμένες σε αθέατα μονοπάτια, πολλές φορές θαμμένες κάτω από τα ερείπια της ζωής εκατοντάδων χιλιάδων ανθρώπων που θυσιάστηκαν αναίτια, ανίσχυροι στις αποφάσεις των ισχυρών». Και συνέχισε στη διήγησή του: «Ο Σπίρερ όταν ξέσπασε η καταστροφή δεν δίστασε ούτε στιγμή και άνοιξε τις καπναποθήκες του για να προσφέρει άσυλο σε εκατοντάδες γυναικόπαιδα που διαφορετικά θα είχαν γίνει θηράματα των τουρκικών στρατευμάτων», κάνοντας λόγο για μια «ανιδιοτελή, ολόψυχη και αλληλέγγυα προσφορά» για την οποία έλαβε τον τίτλο του Μέγα Ευεργέτη της Ελλάδος. «Δεν αρκέστηκε στην ευμάρεια που του παρείχε η ισχυρή οικονομική και κοινωνική του θέση. Αγωνίστηκε για αξίες υψηλές, προσφέροντας σωτήρια και ανεκτίμητη βοήθεια στους αδελφούς μας στη Σμύρνη», συνόψισε ο Δήμαρχος.

Το χειροκρότημα της συγκίνησης έδωσε τη θέση του στο χειροκρότημα του σεβασμού προς τον Γιάννη Μαρκόπουλο ο οποίος χαιρέτισε εγκάρδια το κοινό. Ένα από τα μουσικά δόγματα του συνθέτη, το «επιστροφή στις ρίζες» που χαρακτηρίστηκε από τολμηρές συνθέσεις με πλήρη αξιοποίηση της παραδοσιακής ελληνικής μουσικής, ταίριαξε απόλυτα με τη φιλοσοφία του φεστιβάλ: Διατήρηση της παράδοσης, μνήμη του πόνου, σχέδια για το μέλλον που δεν λησμονούν το παρελθόν. Το «χίλια μύρια κύματα, μακριά το Αϊβαλί» τραγουδήθηκε με μια φωνή από τη σκηνή και το πολυπληθές κοινό, όπως και οι μεγάλες επιτυχίες του Γιάννη Μαρκόπουλου που σημάδεψαν μια ολόκληρη εποχή. Η σκηνή κατελήφθη από 50 περίπου άτομα με τη χορωδία (το φωνητικό σύνολο Libro Coro) και την ορχήστρα (η Παλίντονος Αρμονία). Ήταν μια συναυλία με μεγάλο μουσικό βάθος και ποικιλία, καθώς οι τέσσερις κεντρικοί ερμηνευτές, η υψίφωνος Έλενα Κελεσίδη, ο Γιώργος Νικηφόρου Ζερβάκης, η Δάφνη Ζουρνατζή και η Ρίτα Αντωνοπούλου έδιναν πολλαπλούς χρωματισμούς στα έργα που κάθε φορά ερμήνευαν σε ένα πολύ πλούσιο σύνολο. Συγκινητικό και καθηλωτικό ήταν το τέλος της βραδιάς, όταν ο συνθέτης ερμήνευσε ο ίδιος το εμβληματικό και αινιγματικό αντιστασιακό τραγούδι «Ζαβαρακατρανέμια».

Τα «κλικ» του μετώπου

Ένα ξεχωριστό κομμάτι του φεστιβάλ αποτελεί η έκθεση φωτογραφίας που κάθε χρόνο επιμελείται ένας απόγονος προσφύγων από τη Βούλα, ο Στέφανος Χατζηστεφάνου. Κάνοντας μια εξαντλητική ιστοριοδιφική έρευνα μηνών σε ανοιχτές πηγές, φέτος παρουσίασε την «αρχή του τέλους», δηλαδή τα βήματα της μικρασιατικής εκστρατείας του ελληνικού στρατού στα εδάφη της Ανατολίας, πριν την κατάρρευση του μετώπου και την καταστροφή. Το 1921, δηλαδή εκατό χρόνια πριν, ξεκίνησε η αντίστροφη μέτρηση για την εκστρατεία και σημειώθηκαν οι πρώτες ήττες για τον ελληνικό στρατό. Φωτογραφικό υλικό από το μέτωπο, από τις πόλεις που κατέλαβαν οι Έλληνες στην αναζήτηση της «μεγάλης ιδέας», από τις μάχες στα χαρακώματα και από τους πρωταγωνιστές με πλούσια τεκμηρίωση καταλάμβανε το χώρο της Πνευματικής Εστίας Βούλας σε μια έκθεση που διήρκεσε το τριήμερο 17-19 Σεπτεμβρίου. Ο ίδιος ο Στέφανος Χατζηστεφάνου ξεναγούσε τους επισκέπτες στη διαδρομή της έρευνάς του, που ήταν αποκαλυπτική για το μέγεθος του τολμήματος που έκαναν τότε οι Έλληνες αλλά και των ρίσκων που πήραν. Στην αίθουσα επιβλητικά στήθηκαν δύο ομοιώματα στρατιωτών της εποχής, ενός εύζωνα και ενός δεκανέα του τακτικού στρατού κατά τη μικρασιατική εκστρατεία, με πιστές απομιμήσεις των στολών και του εξοπλισμού που φορούσαν τότε οι οπλίτες που κατασκεύασαν οι αδελφοί Παπαδόπουλοι (khaki depot).

Η έκθεση φωτογραφίας είναι αναπόσπαστο κομμάτι του μικρασιατικού φεστιβάλ της Βούλας από την αρχή. Ο επιμελητής εργάζεται πάντα με ιδιαίτερο ζήλο, διηγούμενος μια ιστορία οπτικά, αγγίζοντας πάντα ευαίσθητες χορδές της μνήμης. Η πρώτη έκθεση το 2015 είχε θέμα το μικρασιατικό σπίτι στη Βούλα και ακολούθησαν πολύ ενδιαφέροντα και πρωτότυπα θεματικά αφιερώματα: Στη Σμύρνη την εποχή της ακμής, στο χρονικό της καταστροφής του 1922, στα κειμήλια από τις χαμένες πατρίδες, στα καθημερινά στιγμιότυπα από το μικρασιατικό μέτωπο και στην τοπογραφική απεικόνιση της καταστροφής στη Σμύρνη.

Μνήμη και προσευχή

Όπως κάθε χρόνο, η αυλαία του μικρασιατικού φεστιβάλ έπεσε με τρισάγιο στη μνήμη των πεσόντων Ελλήνων στρατιωτών και πολιτών κατά την καταστροφή του 1922. Και φέτος το τρισάγιο τέλεσε ο Μητροπολίτης Γλυφάδας Ελληνικού Βούλας Βουλιαγμένης και Βάρης Αντώνιος, ο οποίος άλλωστε παρακολούθησε όλες τις εκδηλώσεις. Μετά τη σύντομη τελετή που πραγματοποιήθηκε στο μαρμαρένιο μνημείο της Ιωνίας στο πάρκο πάνω από τον ιερό ναό του Αγίου Ιωάννη, ο μητροπολίτης απευθύνθηκε στους συγκεντρωμένους και τόνισε μεταξύ άλλων: «Συγχαίρω τον Δήμαρχό σας και το Δημοτικό σας Συμβούλιο καθώς κάθε χρόνο φροντίζετε να διατηρείται άσβεστη η μνήμη των αδελφών μας οι οποίοι πέθαναν υπέρ πίστεως και πατρίδος. Εύχομαι αυτή την καλή συνήθεια και αυτές τις όμορφες εκδηλώσεις που διοργανώνετε να συνεχίσουν ως ωραία παράδοση, ώστε οι νεότεροι να μην ξεχάσουν ότι και αυτός ο τόπος, η Βούλα, όπως και άλλοι έχουν προγόνους αυτούς που κατάφεραν να διασωθούν από την Καταστροφή.

Στην αντιφώνησή του ο Δήμαρχος Γρηγόρης Κωνσταντέλλος, δίνοντας πιο προσωπικό τόνο σημείωσε: «Οφείλουμε να διατηρήσουμε τη μνήμη από γενιά σε γενιά και στην αιωνιότητα. Είναι ακόμα μεγαλύτερη αυτή η υποχρέωση σε μας, που ίσως είμαστε η τελευταία γενιά που είχαμε την ευτυχία να ακούσουμε από πρωτογενείς πηγές την ατυχία και τη δυστυχία αυτών των ανθρώπων. Είμαι ένας εξ αυτών, καθώς μικρό παιδί άκουγα τον παππού μου να μου αφηγείται ιστορίες ευτυχισμένης ζωής στη Μικρά Ασία, αλλά και το δράμα και τον καημό της καταστροφής».