Οι εκδόσεις Στερέωμα – Σιόλα Αλεξίου ξεκίνησαν από ένα ζευγάρι εκπαιδευτικών που παραθέριζαν στη Βουλιαγμένη από τη δεκαετία του ’50. Η νέα γενιά της οικογένειας, κρατώντας τις ρίζες της στην περιοχή, συνεχίζει την προσπάθεια έχοντας πλέον εξελίξει τον εκδοτικό οίκο σε μια από τις πιο εκλεπτυσμένες και ποιοτικές παρουσίες στα ελληνικά γράμματα. Η υπεύθυνη των εκδόσεων, Λίζα Σιόλα, μίλησε στον «Δημοσιογράφο» για την κρίση του βιβλίου, τις επιλογές του εκδοτικού οίκου και τη φιλαναγνωσία στα 3Β.
Ζούμε εδώ και τουλάχιστον μία δεκαετία όχι απλώς μια κρίση στο βιβλίο, αλλά και κρίση όλων των εντύπων. Το φαινόμενο οφείλεται κατά τη γνώμη σας αποκλειστικά στην οικονομική στενότητα του κοινού ή μιλάμε για κάτι βαθύτερο;
Προσωπικά θα διαχώριζα το βιβλίο από τα έντυπα. Και τα δύο πλήττονται οπωσδήποτε από την οικονομική κρίση, όμως τα έντυπα πλήττονται πλέον σημαντικά και από την ηλεκτρονική ανάγνωση. Ο κόσμος προσεγγίζει πολλά ΜΜΕ πλέον από τον υπολογιστή του και βέβαια από το κινητό τηλέφωνο. Τα e-books στην Ελλάδα και την Ευρώπη αντιθέτως δεν έχουν μεγάλη δυναμική. Αυτό τον «εχθρό», χωρίς να είμαστε εναντίον αυτού του τρόπου ανάγνωσης, δεν τον έχουν τα βιβλία. Στη μείωση των πωλήσεων των βιβλίων η οικονομική κρίση αναμφισβήτητα έχει παίξει πολύ μεγάλο ρόλο. Μην ξεχνάμε ότι στην Ελλάδα περάσαμε από μια βαθύτατη κρίση και μετά ήρθε ο κορονοϊός. Μιλάμε δηλαδή για μια περίοδο 10 ετών συνεχών προβλημάτων στα εισοδήματα. Και βέβαια παίζει ρόλο και ένας δυναμισμός που χάνεται στην αγορά του βιβλίου. Σύμφωνα με πρόσφατη έρευνα, ο χώρος του εμπορίου του βιβλίου έχει υποστεί πολύ μεγάλη μείωση, με πάρα πολλά κυρίως μικρά ανεξάρτητα βιβλιοπωλεία να έχουν κλείσει. Αλλά κι αυτό είναι μονομερές. Μπορεί να έκλεισε η Fnac, αλλά από την άλλη ο φυσικός της χώρος καταλήφθηκε αμέσως από τα Public. Οι αιτίες λοιπόν γι’ αυτές τις απώλειες είναι πιο πολύπλοκες. Ένα άλλο παράδοξο στο χώρο του βιβλίου: Η βιβλιοπαραγωγή μας είναι σημαντική και δημιουργούνται νέοι εκδοτικοί οίκοι. Υπάρχουν και λόγοι κοινωνικοί, λόγοι προτεραιοτήτων, είναι αρκετά πολύπλοκο.
Πώς γεννήθηκε ο εκδοτικός οίκος Σιόλα – Αλεξίου;
Δημιουργήθηκε το 1956 από τον πεθερό και την πεθερά μου, Γιώργο Σιόλα και Ελευθερία Αλεξίου, δάσκαλοι και οι δύο και Βουλιαγμενιώτες. Διέγνωσαν μια ανυπαρξία καλών βοηθημάτων στο χώρο της γεωγραφίας και της ιστορίας και εξέδωσαν σχολικούς άτλαντες. Αυτή η δραστηριότητα διήρκεσε μέσα στα χρόνια, παράλληλα με τη δουλειά τους στο σχολείο, που την κράτησαν μέχρι την τελευταία στιγμή. Αναλάβαμε η επόμενη γενιά τον εκδοτικό οίκο παράλληλα με την επαγγελματική μας δραστηριότητα. Τον εκσυγχρονίσαμε και τον διατηρήσαμε με μεγάλη επιτυχία.

Οι εκδόσεις σας δεν φοβούνται το δοκίμιο και έχετε στον κατάλογό σας σημαντικούς Ευρωπαίους στοχαστές. Δικαιώνονται εμπορικά αυτές οι επιλογές;
Αισθανόμαστε πάρα πολύ δικαιωμένοι. Σε όλη μας τη ζωή δράσαμε σύμφωνα με τα «πιστεύω» μας και την εκπαίδευσή μας. Μας ήταν οικεία η γαλλική γλώσσα, καθώς σπουδάσαμε εκεί, και στραφήκαμε στη γαλλική λογοτεχνία με μια αγάπη προς τη χώρα και τη γλώσσα. Και η επιλογή των τίτλων αντικατοπτρίζει και τους δικούς μας στόχους. Θα έλεγα ότι τα βιβλία μας διαπνέονται από ουμανισμό, προσεγγίζουν τα σύγχρονα προβλήματα. Δεν περιοριστήκαμε όμως στα γαλλόφωνα βιβλία. Ξεκινήσαμε με κάποιους σύγχρονους αγγλόφωνους συγγραφείς, όπως η Λουσία Μπερλίν και ο Πάτρικ Χάμιλτον και τελευταία, τον Μάρτιο του 2020 αποφασίσαμε να εκδώσουμε ποιήματα της Λουίζ Γκλουκ η οποία προς μεγάλη μας χαρά πήρε το νομπέλ Λογοτεχνίας για το 2020. Κι αυτό ήταν μια δύσκολη επιλογή, καθώς ελάχιστοι την γνώριζαν. Τα δοκίμια δεν έχουν την ίδια εμπορική τύχη με την λογοτεχνία. Οφείλει όμως κανείς να έχει στον κατάλογό του και έναν προβληματισμό για θέματα της σύγχρονης κοινωνίας. Γι’ αυτό θεωρούμε τα δοκίμια αναπόσπαστο κομμάτι των εκδόσεών μας.
Ποιες είναι οι σκέψεις μιας εκδότριας όταν βλέπει ράφια βιβλίων στα σούπερ μάρκετ;
Σαφέστατα είμαι εναντίον να πωλούνται βιβλία δίπλα στα ρύζια. Δεν νομίζω ότι το βιβλίο έχει τέτοια θέση. Η θέση του είναι στα βιβλιοπωλεία, μικρά και μεγάλα, όπου ένας βιβλιοπώλης γνωρίζει τι έχει στα ράφια του και συνοδεύει τον αναγνώστη στις επιλογές του. Αν μιλάμε βέβαια για αλυσίδες που έχουν οργανωμένα τμήματα βιβλιοπωλείου, εκεί λειτουργεί αλλιώς.
Η περιοχή μας αγαπά το διάβασμα; Πώς πιστεύετε ότι μπορεί να ενισχυθεί η φιλαναγνωσία;
Πιστεύω ότι η περιοχή κατοικείται από ανθρώπους με υψηλό επίπεδο, που ασχολούνται με τον πολιτισμό. Το πρόβλημα είναι ότι δεν υπάρχουν αρκετά βιβλιοπωλεία στα 3Β, σε αυτό υστερεί η περιοχή μας. Βεβαίως, το εμπόριο έχει πάντα τους νόμους του. Υπάρχει όμως κόσμος που διαβάζει, που μπορεί να δουλεύει και να ψωνίζει αλλού. Είναι όμως κάτι στενόχωρο. Είχαμε στη Βουλιαγμένη ένα βιβλιοπωλείο, το οποίο έκλεισε. Κακώς μας κατηγορούν ότι είμαστε μόνο για θάλασσα και ήλιο. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε όλοι είναι να σταθούμε δίπλα στα βιβλιοπωλεία, ειδικά τώρα με τα lockdown. Ας ευχηθούμε ο κόσμος να μπορεί να διαβάζει αυτά που αγαπάει και αυτά που θα τον βοηθήσουν να ταξιδέψει με κάποια ασφάλεια σε αυτή την περίοδο που είναι τόσο προβληματική.