Γιώργος Πρωτόπαππας: Ανοιχτές πόρτες και εξωστρέφεια για αρμονική συμβίωση με την πόλη

Σε ένα λόφο κοντά στο Χέρωμα Βάρης ένας χαρούμενος μικρός οικισμός εδώ και 40 χρόνια γιατρεύει παιδικές ψυχές. Χαρούμενος επειδή ο πόνος και το τραύμα που αντιμετωπίζεται φέρνει χαμόγελα βαθιά, συνειδητοποιημένα και ειλικρινή, όπως αυτά που χαρίζουν απλόχερα τα παιδιά που φιλοξενούνται στο Παιδικό Χωριό SOS Βάρης. Συναντήσαμε στο φιλόξενο χώρο του Χωριού των γενικό διευθυντή της οργάνωσης, Γιώργο Πρωτόπαππα, ο οποίος μας περιέγραψε τη μακρά πορεία ενσωμάτωσης της δομής στην τοπική κοινωνία και επιπλέον μας ανέπτυξε τις μεγάλες προκλήσεις που αντιμετωπίζει αυτή η ιδιωτική πρωτοβουλία που ήρθε να καλύψει ένα διαχρονικό έλλειμμα του κράτους πρόνοιας. Μέσω του «Δημοσιογράφου» καλεί κάθε πολίτη να περάσει την πάντα ανοιχτή πόρτα του Χωριού, επισημαίνοντας ότι η γνωριμία είναι το πρώτο βήμα της τόσο αναγκαίας αποδοχής των παιδιών στην τοπική κοινωνία ως ισότιμα και ενεργά μέλη της.


Πώς επιτυγχάνεται η ενσωμάτωση των παιδιών στην τοπική κοινωνία;

Η ενσωμάτωση των παιδιών στην κοινωνία του Δήμου Βάρης παλιότερα και του Δήμου Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης σήμερα πέρασε από διάφορες φάσεις. Στην αρχή, το 1982 περίπου που ξεκίνησε η δομή της Βάρης, σαφώς και η τοπική κοινωνία ήταν μικρότερη και πιο διαφορετική. Δεν μπορεί να πει κανείς ότι ήταν ιδιαίτερα έτοιμη η ελληνική κοινωνία τη δεκαετία του ’80 ή και των αρχών του ’90 να δεχτεί το διαφορετικό ή το ιδρυματικό. Με την πάροδο των χρόνων επήλθαν δύο αλλαγές στην τοπική κοινωνία: Η πρώτη ήταν ότι ο πληθυσμός της Βάρης μεγάλωσε και δέχτηκε το πολύ ανοιχτό πλαίσιο που έχει η δομή μας, που επέτρεψε στους ανθρώπους έξω να μην έχουν φόβους. Τα παιδιά πήγαιναν σχολείο, ενώ από τα μέσα του 2000 είχαμε αρχίσει να προσφέρουμε εμείς δωρεάν προγράμματα στην κοινωνία, με παιδιά της πόλης να έρχονται να μαθαίνουν μουσική, ζωγραφική και χορό. Υπήρχε λοιπόν μια είσοδος του έξω κόσμου. Η δεύτερη αλλαγή ήταν η εξέλιξη της νοοτροπίας, η πληροφόρηση του κόσμου και η αλλαγή της σύνθεσης του πληθυσμού. Όταν ξεκίνησαν τα Χωριά, ο τοπικός πληθυσμός έφτανε τις 5.000. Σήμερα πρέπει να ξεπερνά τις 50.000. Το 1982 όταν ξεκίνησε η δομή, υπήρχαν μόνο οι ταβέρνες, το χωριό και λίγα σπίτια, ενώ η Βάρκιζα ήταν ένας παραθεριστικός οικισμός. Οι νέες γενιές που ήρθαν με άλλη νοοτροπία, μαζί με το δικό μας άνοιγμα έκανε τη διαφορά.

Τι σημαίνει άνοιγμα στην κοινωνία;

Ποτέ δεν θέλαμε να είμαστε κάτι κλειστό ή προφυλαγμένο. Η πόρτα μας είναι πάντα ανοιχτή και κυριολεκτικά. Και στην καθημερινότητά τους τα παιδιά ανταλλάσσουν επισκέψεις. Επιτρέπονται ακριβώς όσα μια οικογένεια επιτρέπει σε ένα παιδί. Οι κλειστές πόρτες κρατούν την κοινωνία έξω. Είμαστε ανοιχτοί να έρχονται παιδιά και προσπαθούμε όλα τα παιδιά μας να ανταποκρίνονται στις προσκλήσεις των συμμαθητών τους. Γι’ αυτό βλέπετε άλλωστε ότι δεν υπάρχουν ιδιαίτερες αισθηματικές σχέσεις ανάμεσα στα παιδιά μας. Τα παιδιά βγαίνουν έξω, το καλοκαίρι πηγαίνουν στην παραλία, δεν αναπτύσσουν εσωστρέφεια.

Όταν ενηλικιώνονται τα παιδιά και φεύγουν από τη δομή, αναφέρονται στη Βάρη ως τόπο αναφοράς ή καταγωγής τους;

Ναι, πάρα πολύ. Κατ’ αρχάς τα περισσότερα παιδιά είναι δημότες Βάρης. Είχαμε μεταφέρει στα περισσότερα παιδιά τα δικαιώματα και τη δημοτικότητά τους εδώ, διότι εξ αρχής οι Δήμαρχοι της Βάρης, όπως ο αείμνηστος Μπαγλατζής, βοηθούσαν πολύ το Χωριό μας και θεωρούσαμε ότι ο πληθυσμός που ζει εδώ θα έπρεπε να είναι δημότης. Τα τελευταία χρόνια όμως αυτό έχει αλλάξει διότι έχει διαφοροποιηθεί το νομικό πλαίσιο στις επιμέλειες των παιδιών που μας περιορίζει πλέον να παίρνουμε τέτοιες αποφάσεις για τα παιδιά. Για μας είναι πολύ σημαντική η αποδοχή της τοπικής κοινωνίας.

Υπάρχει στίγμα τα παιδιά;

Για πολλά χρόνια σε ένα βαθμό υπήρχε. Από τη στιγμή που αυξήθηκε ο πληθυσμός της περιοχής αυτό το φαινόμενο περιορίστηκε πολύ. Στα πρώτα χρόνια όμως, και παρόλο που τα παιδιά μας πήγαιναν σε διαφορετικά σχολεία ακριβώς για να αποφύγουν το στίγμα, τα αποκαλούσαν αρκετοί «σοσάκια», ένα σημείο αναφοράς για τη διαφορετικότητα.

Η πανδημία μηδένισε τα έσοδα και αύξησε τα έξοδα του Παιδικού Χωριού SOS Βάρης, σύμφωνα με τον Γιώργο Πρωτόπαππα, που εκτός από την ηθική στήριξη στο έργο της δομής ζητά και την υλική συνδρομή των πολιτών προκειμένου να ανταποκριθεί αυτή στις μεγάλες της υποχρεώσεις

Κάποτε γινόταν πόλεμος και υπήρχαν στην ελληνική κοινωνία ορφανά. Σήμερα ποια είναι η αιτία που σπρώχνει κάποια παιδιά στην ανάγκη;

Θα έλεγα ότι τα παιδιά του πολέμου ή των πολέμων που βίωναν μια ορφάνια τελικά ήταν λιγότερο τραυματισμένα από ένα παιδί που στη σημερινή κοινωνία καταλήγει σε ένα χώρο όπως το Παιδικά Χωριά SOS. Οι σημερινές αιτίες που φέρνουν ένα παιδί σε μας είναι κατά 95% η κακοποίηση –σεξουαλική και βίαιη συμπεριφορά– η εγκατάλειψη, η παραμέληση. Η πολλαπλότητα των τραυμάτων που δέχεται η παιδική ψυχή και η βιαιότητά τους έχει κατά την άποψή μου πολύ πιο επιβαρυντικά στοιχεία ανάνηψης από ό,τι η απώλεια του γονιού. Δεύτερη αιτία –παρότι κατά τα χρόνια της κρίσης ήταν πολύ έντονη– είναι η οικονομική ανέχεια. Έχουμε περιπτώσεις που ήρθαν 3 ή 4 αδέρφια μαζί, όπου η φτώχεια έπαιξε σημαντικό ρόλο στο να φύγουν τα παιδιά από την οικογένειά τους. Στην περίπτωση αυτή, αν το πλαίσιο της οικογένειας είναι υγιές, αυτή η ατυχής στιγμή μπορεί να περάσει και η οικογένεια να σταθεί ξανά στα πόδια της. Σ’ αυτή την περίπτωση μπορεί η οικογένεια να διατηρεί υγιή σχέση με τα παιδιά. Ένα φτωχό παιδί ακόμη και αν ζει σε ένα πλαίσιο όπως το Χωριό, έχει πολύ λιγότερα θέματα προς θεραπεία.

Οι πολίτες πώς μπορούν να στηρίξουν το έργο σας;

Από τους πολίτες της περιοχής θέλουμε πρώτα την κατανόηση της διαφορετικότητας και των δυσκολιών που έχουν βιώσει κάποια παιδιά, αυτό που θέλουμε πρώτα είναι η αρμονική συμβίωση. Από την άλλη δεν θέλουμε τη λύπηση. Θέλουμε να βλέπουν τη Φωτεινή που μεγάλωσε εδώ και το 2004 έσβησε την ολυμπιακή φλόγα στην τελετή λήξης των Αγώνων και τώρα κάνει μεταπτυχιακό, ή την Ιωάννα που δουλεύει σήμερα σε μια πολύ μεγάλη εταιρεία, και τους υπόλοιπους ως παιδιά που διεκδικούν ίσες ευκαιρίες. Από εκεί και πέρα, εκδηλώσεις, ενέργειες του Δήμου ή των συλλόγων της περιοχής που προβάλλουν το έργο μας και το προωθούν δείχνοντας ότι η τοπική κοινωνία μας στηρίζει, είναι κάτι πολύ σημαντικό για εμάς. Ασφαλώς δεχόμαστε δωρεές σε είδος ή σε χρήματα, γιατί δυστυχώς, παρόλο που δεν θέλουμε να το παραδεχτούμε, τα είδη και τα χρήματα είναι αυτά που κινούν τη ζωή μας. Για μας είναι εξαιρετικά σημαντική η υποστήριξη που έχει δείξει ο Δήμος, παλιότερα ο Δήμος Βάρης και η σημερινή δημοτική αρχή, για ουσιαστικά θέματα λειτουργίας του χώρου, όπως μειωμένα δημοτικά τέλη, καθαρισμοί και άλλες υπηρεσίες που προσφέρονται αμέσως και συνεχώς. Υπάρχει φροντίδα από τη μεριά του Δήμου. Εμείς θα θέλαμε και να προσφέρουμε στην τοπική κοινωνία, εφόσον υπάρχει ανάγκη, να συμβάλλουμε σε κοινωνικά θέματα γιατί έχουμε τεράστια εμπειρία. Για μένα η στάση του Δήμου Βάρης και 3Β σήμερα αποτέλεσε πάντα παράδειγμα.

Είστε μια πρωτοβουλία ιδιωτών, μια παγκόσμια οργάνωση, που έρχεται να καλύψει μια πραγματική κοινωνική και έναν τομέα που θα έπρεπε να καλύπτει το κράτος. Πώς στέκεται το κράτος έναντί σας;

Τα Χωριά ναι μεν είναι μια διεθνής οργάνωση, αλλά λειτουργούμε σε κάθε χώρα για τα παιδιά της χώρας μας. Η συμπληρωματική προνοιακή υποστήριξη είναι μια συνήθεια στην ελληνική πραγματικότητα, γι’ αυτό και υπήρχαν πάντα πολλά ιδρύματα και φορείς. Το ελληνικό κράτος στην έννοια της πρόνοιας και ειδικά των παιδιών δεν είχε δώσει ποτέ ιδιαίτερη βαρύτητα. Και αν δεν κοιτάς τα παιδιά, δεν κοιτάς το μέλλον. Δεν νοείται κράτος που να μην έχει τη δυνατότητα να προσφέρει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο – όχι μια στέγη και ένα πιάτο φαΐ. Το ελληνικό κράτος έχοντας πάρα πολλούς Έλληνες της αλληλεγγύης και της προσφοράς, γιατί κατά τη γνώμη ο Έλληνας είναι πάρα πολύ δοτικός, βασίστηκε εκεί. Μέχρι το 2010 οι ελληνικές κυβερνήσεις ακολουθούσαν μια νοοτροπία που βρίσκουμε διεθνώς: Στήριξη και έλεγχος της φιλανθρωπίας εφόσον ασκεί καθήκοντα αναπληρώνοντας σημεία που το κράτος αδυνατεί να καλύψει. Από το 2010 και μετά, λόγω της οικονομικής κρίσης, όλη η συμπεριφορά του ελληνικού κράτους και των κυβερνήσεων έκτοτε είναι πάρα πολύ αρνητική και απογοητευτική, ως προς τη φορολόγηση που ασκούν σε φορείς όπως ο δικός μας. Δεν νοείται σήμερα να πληρώνουν τα Χωριά SOS 300.000 ευρώ φόρους για ένα έργο που προσφέρουν ουσιαστικά στο ίδιο το κράτος. Είναι ΕΝΦΙΑ, φόροι επί των ενοικίων, φόροι δωρεάς, όπου μπορούν βάζουν ποσοστά σαν να ήμασταν επιχείρηση. Έχουμε κάνει άπειρες παραστάσεις σε όλες τις κυβερνήσεις και μας εμπαίζουν. Όλοι ξαφνιάζονται και όλοι μετά ξεχνάνε. Το πιο αστείο της υπόθεσης είναι ότι το 2011, όταν επιβλήθηκαν για πρώτη φορά οι φόροι, φορολογούμασταν και για την αξία των ιδιοχρησιμοποιούμενων. Ας μας εξηγήσουν ποια είναι η εμπορική αξία του ακινήτου της Βάρης για να φορολογείται, ένας χώρος που δωρήθηκε από το κράτος ως ίδρυμα, άρα αν κλείσει επιστρέφεται στο κράτος, που δεν μπορείς να το πουλήσεις ούτε να το ενοικιάσεις. Κανείς δεν μπορούσε να μας απαντήσει. Ευτυχώς, μετά το 2014, επί υπουργίας Βενιζέλου, αφαιρέθηκαν οι φόροι των ιδιοχρησιμοποιούμενων και αυξήθηκε ο ΕΝΦΙΑ στα υπόλοιπα κομμάτια της περιουσίας μας. Μέχρι το 2010 πληρώναμε 30.000 – 40.000 φόρους και σήμερα το ποσό έχει δεκαπλασιαστεί. Αυτά τα χρήματα μας λείπουν γιατί δεν μπορεί να καλυφθεί το κενό και μας λείπουν διπλά γιατί δεν μπορούμε να αυξήσουμε το έργο μας. Είναι λυπηρό και ειδικά από τη σημερινή κυβέρνηση που αποτελείται από νέους ανθρώπους. Όταν μας απαντούν ότι θα μπορούσαν να μας φορολογήσουν περισσότερο, αλλά περιορίζονται στο σημερινό επίπεδο, κάτι που δείχνει την αλληλεγγύη του κράτους, τότε ζούμε σε ένα παράλογο κράτος.

Θεσμικά τι μπορεί να αλλάξει ώστε να δοθεί η ευκαιρία στα παιδιά να αποκτήσουν ξανά μια οικογένεια;

Από το 2018 και κυρίως το 2019 μέσα από το πλαίσιο του υπουργείου Εργασίας και του υφυπουργείου Πρόνοιας μπήκαμε στη διαδικασία εφαρμογής ενός νόμου που υποχρεώνει τους φορείς όπως ο δικός μας να αναζητούμε αναδόχους για τα παιδιά. Αυτό είναι πολύ βοηθητικό και το αποτέλεσμα του πλαισίου δεν θα φανεί τώρα, αλλά μέσα στην επόμενη πενταετία. Στις μικρές ηλικίες η διαδικασία αναδοχής είναι πιο εύκολη. Για να δοθούν σε αναδοχή μεγάλα παιδιά πρέπει να αλλάξει σε μεγάλο βάθος η νοοτροπία της κοινωνίας μας. Υπάρχει λοιπόν ο νόμος, θέλει βελτιώσεις αλλά βρισκόμαστε σε καλό δρόμο. Η Βάρη ξεκίνησε με 12 σπίτια και είχαμε 60-80 παιδιά. Τώρα πια πιστεύουμε όταν δεν θα χρειαζόμαστε πάνω από 7 σπίτια με 35 παιδιά ως μέσο όρο φιλοξενίας στη Βάρη. Στη Γαλλία τα αντίστοιχα χωριά με τα δικά μας φιλοξενούν μόνο βιολογικά αδέρφια από 3 και πάνω και μιας ηλικίας από 6 ετών και πάνω. Εκεί οδεύει και η ελληνική κοινωνία και αυτό είναι σίγουρα καλό. Με βάση τη νομοθεσία, πιστεύω ότι ένα 50% των παιδιών που έρχονται σε μας θα μπορούν να βρουν οικογένεια. Αλλά θέλει δουλειά ακόμα.

Η πανδημία πώς σας επηρέασε;

Οικονομικά μας διέλυσε. Ο κόσμος σταμάτησε να προσφέρει, υπήρχε ο φόβος αν θα ζήσουμε την επόμενη ημέρα και οι εταιρείες προσέφεραν για την υγεία. Δεν είχαμε πτώση, είχαμε μηδενισμό εσόδων και αυτό μας άφησε ένα μεγάλο χρέος σε ασφαλιστικούς φορείς. Την ίδια στιγμή αυξήθηκαν τα έξοδα. Το πρώτο δίμηνο της πανδημίας, στη Βάρη και στα υπόλοιπα χωριά μας κάναμε αυστηρό λοκ ντάουν, με άγριες και πρωτόγνωρες συνθήκες. Δημιουργήσαμε ένα ιδιαίτερα ασφαλές πλαίσιο, με πάρα πολύ περιορισμένα κρούσματα, την πρώτη περίοδο δεν είχαμε κανένα. Δημιουργήσαμε σπίτι έκτακτης ανάγκης για καραντίνα. Το πρώτο διάστημα οι μητέρες έκαναν 50 ημέρες να πάρουν ρεπό και οι παιδαγωγοί έρχονταν για 14 ημέρες συνεχόμενα μέσα. Αυτή ήταν μια θυσία των συνεργατών μας που συνέβαλε στην ιδιαίτερη προστασία. Στα χρόνια της οικονομικής κρίσης τα έσοδά μας δεν μειώθηκαν διότι η φτώχεια και η αγωνία δημιουργούν αισθήματα αλληλεγγύης για τον συνάνθρωπο. Τώρα που δεν ξέρει κανείς αν θα ζήσει ή αν θα δεις τη μητέρα σου, δεν αφήνει ο φόβος τον άνθρωπο να σκεφτεί ότι κάποια παιδιά έχουν ανάγκη.