Εμβολιασμοί, πανδημία και πολιτική επικοινωνία

Mια αντίφαση παρουσιάζουν οι πληροφορίες για τα βασικά μεγέθη της πανδημίας στον Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης. Ο αριθμός των διαπιστωμένων κρουσμάτων που ανακοινώνει κάθε εβδομάδα ο ΕΟΔΥ ανεβαίνει σταθερά, την ίδια στιγμή που το ποσοστό εμβολιασμένων πολιτών στον Δήμο είναι από τα υψηλότερα. Πώς εξηγείται αυτή η τοπική αντίφαση – η οποία βέβαια με διαφορετικά μεγέθη παρουσιάζεται σε όλη τη χώρα;

Ας πάρουμε αρχικά τα δεδομένα. Γνωρίζουμε από κορυφαία πηγή, η οποία έχει πρόσβαση στην αναλυτική βάση δεδομένων για την εκστρατεία εμβολιασμού κατά του κορονοϊού που μπορεί να απομονώσει βάσει διεύθυνσης τοπικά στοιχεία (τα οποία επισήμως ανακοινώνονται όμως μόνο σε επίπεδο περιφερειακής ενότητας) ότι το ποσοστό των εμβολιασμένων πολιτών στον Δήμο Βάρης Βούλας Βουλιαγμένης βρίσκεται στο 83% του ενήλικου πληθυσμού, όταν ο εθνικός μέσος όρος βρίσκεται πάνω από 10 μονάδες πιο κάτω. Σύμφωνα με την ίδια πηγή, ο Δήμος των 3Β είναι μεταξύ των πρώτων τριών της χώρας σε ποσοστό εμβολιασμένων.

Την ίδια στιγμή το νέο κύμα της πανδημίας όπως παντού επελαύνει και στον Δήμο, με τα κρούσματα που ανακοινώνονται να ακολουθούν μια σαφή αυξητική τάση κάθε εβδομάδα. Τα εργαστηριακά επιβεβαιωμένα νέα κρούσματα του κορονοϊού σε Βάρη Βούλα και Βουλιαγμένη κατά την περίοδο 14 έως 21 Νοεμβρίου ήταν 171, με 9 νοσηλευόμενους και 162 πολίτες σε απομόνωση κατ’ οίκον. Μια εβδομάδα νωρίτερα, τα κρούσματα ήταν 143, οι νοσηλευόμενοι 5 και οι αναρρώνοντες σπίτι τους 135. Αρκεί ως εξήγηση η θεωρία της «πανδημίας των ανεμβολίαστων»; Αρκεί με άλλα λόγια να συνεχίσουμε να κάνουμε ό,τι κάνουμε, επιμένοντας απλώς πιο έντονα στο να εμβολιαστούν όσοι το αρνούνται;

Στην πραγματικότητα, βρίσκονται σε εξέλιξη δύο παράλληλες εκστρατείες από το κράτος και την κυβέρνηση οι οποίες έχουν διαφορετικούς στόχους και αποτελέσματα: Πρώτον, η υγειονομική αντιμετώπιση της πανδημίας με την εκστρατεία του εμβολιασμού και την οργάνωση του ΕΣΥ ώστε να ανταποκριθεί στις ανάγκες των πολιτών που χρειάζονται νοσηλεία. Δεύτερον, η πολιτική αντιμετώπιση της πανδημίας από την κυβέρνηση που περιλαμβάνει τα μέτρα κατά της διάδοσης του κορονοϊού και την επικοινωνιακή εκστρατεία για την ενίσχυση του εμβολιασμού.

Όμως παρατηρείται το εξής φαινόμενο: Η επικοινωνιακή εκστρατεία για την πανδημία, τα στρατηγικά μηνύματα δηλαδή που έχουν επιλεγεί και τα μέτρα για να πείσουν τους πολίτες να εμβολιαστούν, δημιουργούν μια εικόνα για την πανδημία. Και δυστυχώς η εικόνα αυτή, η αναπαράσταση δηλαδή που έχουμε όλοι για το τι σημαίνει αυτή η κατάσταση, παρουσιάζει στρεβλώσεις ως προς την πραγματικότητα και οδηγεί σε στάσεις και επιλογές που ενισχύουν τελικά την πανδημία, παρά την εργώδη και εντατική προσπάθεια για την υγειονομική αντιμετώπιση του φαινομένου.

Από την αρχή του έτους η εθνική εκστρατεία για τον εμβολιασμό ονομάστηκε «επιχείρηση ελευθερία». Που σημαίνει απαλλαγή από τα προηγούμενα δεσμά μας, δηλαδή τον αυτοπεριορισμό, την κοινωνική αποστασιοποίηση και τα πρακτικά υγειονομικά μέτρα (όπως μάσκα, πλύσιμο χεριών, αποστάσεις στα καταστήματα). Ως αποτέλεσμα, όσοι εμβολιάστηκαν θεώρησαν ότι αφήνουν πίσω τους τη ζοφερή εκείνη περίοδο και συμπεριφέρονται πλέον σαν να μην κυκλοφορεί πια ο πιο μεταδοτικός και επικίνδυνος ιός που συνάντησε η ανθρωπότητα εδώ και πολλές δεκαετίες. Η εγκατάλειψη των μέτρων αυτοπροστασίας από τους εμβολιασμένους όμως επιτείνει το φαινόμενο, διότι σύμφωνα με τους ειδικούς το εμβόλιο δεν εξουδετερώνει τον ιό, αλλά προστατεύει σε ένα μεγάλο ποσοστό έναντι της βαριάς νόσησης.

Το ίδιο ισχύει και με τη σημερινή κυβερνητική αφήγηση περί «πανδημίας των ανεμβολίαστων». Η απόδοση της ευθύνης της πανδημίας σε όσους αρνούνται τον εμβολιασμό μπορεί να είναι ένα ισχυρό όπλο πειθούς και ένας μοχλός άσκησης κοινωνικής πίεσης (μένει να αποδειχτεί βέβαια πόσο αποτελεσματικός). Το ίδιο και τα στοχευμένα μέτρα περιορισμού ή προστασίας των ανεμβολίαστων που διαμορφώνουν ένα ιδιότυπο λοκ ντάουν για λίγους. Αντανάκλαση όμως αυτής της απόφασης είναι η ευρεία και διαδεδομένη ψευδαίσθηση ότι οι εμβολιασμένοι είναι πλήρως θωρακισμένοι και ελεύθεροι να συνεχίσουν τη ζωή τους όπως πρώτα. Και ο ιός δεν συγχωρεί αυτή τη στάση…

«Η αφήγηση της ελευθερίας ήταν χωρίς αστερίσκους αλλά η ίδια η ελευθερία που προσέφερε το εμβόλιο από τον κορονοϊο ήταν με αστερίσκους. Η ρητορική υπερτίμηση της ασφάλειας την οποία προσφέρει το εμβόλιο ως βασικό στοιχείο των κυρίαρχων αφηγήσεων είναι μέρος του προβλήματος, η αυτο-παγίδευση των μέτρων πολιτικής στην υποστήριξη των αφηγημάτων το διογκώνει», όπως επισημαίνει και ο καθηγητής πολιτικής επικοινωνίας του Πανεπιστημίου Πειραιά, Αθανάσιος Σαμαράς.

Επιπλέον, η κουλτούρα ακύρωσης που καλλιεργείται έναντι των ανεμβολίαστων, με δημόσιες επιθέσεις και χλεύη, ίσως βαθαίνει το ρήγμα και απομακρύνει τελικά από το στόχο. Τέλος, κάθε γενίκευση ισοπεδώνει επικίνδυνα το ζωηρό ανάγλυφο της κοινωνικής πραγματικότητας η οποία δεν εξηγείται με μανιχαϊστικές ερμηνείες καλού και κακού. Δεν είναι όλοι οι ανεμβολίαστοι συνειδητοί «αρνητές» και «ψεκασμένοι», καχύποπτοι δηλαδή πολίτες που έχουν πλανηθεί από ψευδοεπιστημονικές και συνωμοσιολογικές θεωρίες ή ασυνείδητα φαρμακοφοβικοί. Όπως κάθε φάρμακο, έτσι και τα εμβόλια του κορονοϊού έχουν συγκεκριμένες αντενδείξεις και ένα ποσοστό πολιτών (μικρό οπωσδήποτε) θα ήθελε να εμβολιαστεί αλλά δεν του επιτρέπεται για ιατρικούς λόγους.